Σαν παραμύθι

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΝ ΔΕΚΕΜΒΡΗ

Ήταν πολύ χαρούμενος αλλά και πολύ αγχωμένος. Ήταν η πρώτη φορά που θα συναντιούνταν μετά τον χωρισμό. Πριν ξεκινήσει από Αθήνα πέρασε από μία κάβα απ’ όπου πήρε ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί Μοσχόμαυρο Τσάνταλη και από ένα ανθοπωλείο απ’ όπου πήρε μία σύνθεση από ροζ και λευκά τριαντάφυλλα. Σε τρία τέταρτα έφτασε στο Λουτράκι. Έμενε σε ένα διαμέρισμα με θέα στην θάλασσα , σε μία από τις παραλιακές πολυκατοικίες της λεωφόρου Ποσειδώνος. Βρήκε το όνομα της στο κουδούνι και χτύπησε. Εκείνη ρώτησε ποιος είναι και στην συνέχεια του άνοιξε. Δεν ήξερε ποιο ακριβώς ήταν το διαμέρισμα της αλλά το βρήκε από την βελούδινη φωνή της που ακουγόταν από μέσα αλλά κυρίως από την διακοσμητική χριστουγεννιάτικη βελούδινη κάλτσα με την μορφή του Άγιου Βασίλη που της είχε στείλει ως δώρο δύο εβδομάδες πριν και την οποία είχε κρεμάσει στην έξω μεριά της πόρτας της. Χτύπησε με την εξωτερική πλευρά του δείκτη την ξύλινη πόρτα. Του άνοιξε.
-’’Καλώς ήρθες στο φτωχικό μου. Εντάξει είναι λίγο μικρό αλλά σύντομα , όταν δεν θα μένω μόνη μου πια , θα μετακομίσω σε άλλο μεγαλύτερο.. Το έπιασες το υπονοούμενο έτσι;’’
-‘’Το έπιασα’’ της είπε και της έδωσε τα λουλούδια και το κρασί. Εκείνη τα ακούμπησε στον πάγκο της κουζίνας και στην συνέχεια ήρθε στην αγκαλιά του. Την κρατούσε σφιχτά από την μέση έχοντας την κολλημένη πάνω στο σώμα του και την κοίταζε μες στα μάτια. Ήταν ένα μοναδικό και πολύ δυνατό συναίσθημα σαν τότε στο Ναύπλιο που δεν ήθελαν να φύγουν ο ένας από την αγκαλιά του άλλου και θα έμενε και αυτό βαθιά χαραγμένο στην μνήμη και την καρδιά τους , για πάντα. ‘’Θεέ μου είναι πανέμορφη’’ σκέφτηκε και ένιωθε πολύ τυχερός και χαρούμενος που ήταν ξανά ζευγάρι και την είχε στην αγκαλιά του. Ήταν λαμπερή σαν αστέρι της αυγής. Ήταν τόσο όμορφη, τόσο αξιαγάπητη, τόσο γοητευτική. Το πρόσωπο, τα μάτια, η φωνή, τα χέρια, το άγγιγμα της ήταν τόσο μαγικά. Ένιωθε σαν όνειρο που την είχε αγκαλιά.
- ‘’Αλήθεια θες να αρραβωνιαστούμε και να μείνουμε για πάντα μαζί;’’ τον ρώτησε.
-‘’Ναι μωρό μου. Αφού ξέρεις πόσο σε αγαπάω , πόσο πολύ μου αρέσεις και πόσο σε θαυμάζω’’ .
-‘’Μυρίζεις υπέροχα. Τι κολόνια φοράς;’’ Τον ρώτησε.
-΄΄Body Kouros του Ιβ Σε Λωράν΄΄
-‘’Μου αρέσει πολύ. Θα την φοράς κάθε μέρα εντάξει ;’’
- ‘’Εντάξει καρδιά μου..’’
Φιλήθηκαν στο στόμα και στην συνέχεια κάθισαν στον καναπέ που λίγο αργότερα τον έκαναν κρεβάτι για να κάνουν έρωτα. Τι μαγικό συναίσθημα. Να κάνεις έρωτα με τον άνθρωπο που αγαπάς , που σ’ αρέσει και θαυμάζεις πολύ. Με τον άνθρωπο που λατρεύεις όσο τίποτα άλλο και θες να μείνεις για πάντα μαζί του. Όταν τελείωσαν την αγκάλιασε από τον λαιμό με αριστερό του χέρι ενώ εκείνη γερμένη στο δεξί πλευρό τον αγκάλιαζε γύρω από την κοιλιά και είχε ακουμπήσει το κεφάλι της στο αριστερό στήθος του ακούγοντας την καρδιά του. Έπειτα σηκώθηκαν και έφαγαν στα μεγάλα τετράγωνα πιάτα μπριζόλες, που του είχε μαγειρέψει στο φούρνο-όπου είχε βάλει και φέτες λεμονιών και πορτοκαλιών προσδίδοντας τους μία υπέροχη γεύση-και τραγανές τηγανητές πατάτες. Το φαγητό συνοδευόταν απ’ το κόκκινο κρασί που της είχε φέρει αλλά και από μία υπέροχη χωριάτικη σαλάτα με ντομάτα, αγγούρι και φέτα από το χωριό της τους Μεταξάδες Αργολίδας ενώ τα αναμμένα κεριά και η μελωδική χαλαρωτική μουσική που έπαιζε στο cd-player δημιουργούσαν μία πολύ ρομαντική και ζεστή ατμόσφαιρα. ‘’Μαγειρεύεις υπέροχα’’ της είπε. ‘’Σ’ ευχαριστώ’’ του απάντησε εκείνη δίνοντας του ένα τρυφερό φιλί στο μάγουλο. Καθώς απολάμβανε το υπέροχο φαγητό της παρατηρούσε το διαμέρισμα της το οποίο δεν θα μπορούσε να μην ήταν εξίσου όμορφο και ζεστό. Ήταν στολισμένο με τετράγωνα κεράκια διακοσμημένα με κογχύλια και αστερίες, με ένα ομοίωμα της Νίκης της Σαμοθράκης ,με 1 σκούπα χιονάνθρωπο , με 2 υπέροχα κάδρα που απεικόνιζαν νησιώτικα σπίτια με κόκκινα κεραμίδια και μπλε μπαλκόνια, πολύχρωμες βάρκες , βρακοφόρους και ηλιοβασίλεμα, με χριστουγεννιάτικα πολύχρωμα φωτάκια που αναβόσβηναν μέσα σ’ ένα ψάθινο καλάθι, με ζωγραφισμένα βότσαλα , και είχε ένα υπέροχο μπαλκόνι με θέα την θάλασσα του Κορινθιακού Κόλπου. Δεν γινόταν και αλλιώς. Μία υπέροχη γυναίκα δεν μπορούσε να μην έφτιαχνε υπέροχα φαγητά και να μην είχε ένα υπέροχο σπίτι. Θετική εντύπωση του έκανε το καντήλι πάνω στο ψυγείο που σήμαινε ότι προερχόταν από οικογένεια με αρχές. Ακόμα παρατήρησε την εικόνα της Παναγίας που της είχε κάνει δώρο μαζί με τα χριστουγεννιάτικα στολίδια , με σκοπό να την έβαζε στο ιατρείο που θ’ άνοιγε όταν τελείωνε την ειδίκευση της και δίπλα το κουκλάκι που της είχε χαρίσει όταν πήγαιναν στο Ξυλόκαστρο. Όταν τελείωσαν το φαγητό του καθάρισε μανταρίνια ταΐζοντας τον στο στόμα. Έπειτα έπλυνε τα πιάτα ενώ ο Κωνσταντίνος ζαλισμένος από το κόκκινο κρασί την είχε αγκαλιάσει από πίσω και την φιλούσε τρυφερά στο μάγουλο και τον λαιμό. Κατόπιν αφού έκαναν μία βόλτα στην παραλία , γύρισαν πίσω και κοιμήθηκαν αγκαλιά ακούγοντας όλο το βράδυ τα κύματα που έσκαγαν στην παραλία σέρνοντας χιλιάδες μικρά πετραδάκια. Κοντά στα Μεσάνυχτα ο Κώστας ξύπνησε από την υπερβολική ζέστη και αφού την μείωσε και σκέπασε την Εύα που είχε ξεσκεπαστεί την αγκάλιασε τρυφερά κολλώντας την πλάτη της στο στήθος του και ξανακοιμήθηκε.. Το πρωί εκείνη ξύπνησε κατά τις 6:00 και αφού ντύθηκε και ετοιμάστηκε , έφτιαξε γαλλικό καφέ στην καφετιέρα που πρόσφατα είχε αγοράσει, ζέστανε ψωμάκια του τοστ στον φούρνο που τα άλειψε με βούτυρο λούρπαρκ-με την υπέροχη γεύση- και μαρμελάδα ,έκοψε τέσσερα κομμάτια από το χριστουγεννιάτικο ιταλικό κέικ πανετόνε και τον ξύπνησε για να φάνε. Παράλληλα είχε βάλει στο cd-player το τραγούδι της Έλλης Κοκκίνου που έλεγε ‘’Το πρώτο πράγμα που αντικρίζω όταν ξυπνώ , είσαι εσύ και είναι υπέροχο αυτό , γιατί με ανεβάζεις , την μέρα μου φτιάχνεις και θέλω τόσο να σου πω ..Μωρό μου καλημέρα , κοίτα μία ωραία μέρα , που ξημερώνει σήμερα για μας , πετάω απ’ την χαρά μου , που σ’ έχω συντροφιά μου , που σ’ αγαπάω και με αγαπάς. Μωρό μου είναι η σειρά μας τα όνειρά μας να συμβούν..’’ Στην συνέχεια αφού αποχαιρετίστηκαν με μία αγκαλιά και ένα φιλί έφυγαν αυτή για το νοσοκομείο και αυτός για Αθήνα. Θα συναντιόταν πάλι την επόμενη το μεσημέρι αφού στις 10 Δεκέμβρη είχε γενέθλια ο αδερφός του Βαγγέλης και θα το γιόρταζαν στο κέντρο που εμφανιζόταν η Κέλλυ Κελλεκίδου. Την επόμενη όταν μπήκε στο διαμέρισμά της τον περίμενε 1 έκπληξη που τον συγκίνησε πολύ. Είχε γράψει με το κραγιόν της στον καθρέπτη ‘’11 Δεκ 05.Καλημέρα Κωνσταντίνε μου. Μου λείπεις.’’ Ήταν το πιο ωραίο δώρο που του είχαν κάνει ποτέ. Ήταν μία εικόνα που θα έμενε ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη του για πάντα. Όπως του εξήγησε , το πρωί που ξύπνησε , ένιωθε πολύ μόνη που δεν κοιμόταν δίπλα της , και γράφοντας αυτό το μήνυμα στον καθρέφτη ξεχάστηκε και ήταν σαν να τον είχε κοντά της. Την ευχαρίστησε με μία ζεστή αγκαλιά , μ’ ένα φιλί και το αγαπημένο της άρωμα Αrmani White που της είχε φέρει δώρο. Από εκείνη την ημέρα κάθε μεσημέρι μέχρι που τελείωσε η άδειά του ήταν σπίτι της. Ποτέ δεν πήγαινε με άδεια χέρια. Πάντα της έκανε δώρα. Ζακέτα την μία, γλάστρες με τριαντάφυλλα όλων των χρωμάτων την άλλη, πουλόβερ την επόμενη, κέικ και διακοσμητικά αρωματικά κεριά την μεθεπόμενη.. Ήταν μοναδική για αυτόν και ήθελε να της το δείχνει κάθε μέρα. Ένιωθε απερίγραπτη χαρά όταν της έκανε δώρα αφού την λάτρευε και την θαύμαζε όσο τίποτα άλλο και ήταν η γυναίκα της ζωής του.. Έτρωγαν είτε σπίτι της , είτε έξω σε ταβέρνα ή πιτσαρία όταν ήταν κουρασμένη από την δουλειά. Έκαναν έρωτα ακούγοντας το κύμα, άκουγαν αγκαλιά μουσική ή έβλεπαν ταινίες στο dvd, κοιμόνταν αγκαλιά, έτρωγαν μαζί πρωινό...Όταν όμως περνάς καλά περνάει γρήγορα και ο καιρός. Έτσι η άδεια τελείωσε και αυτός έπρεπε να γυρίσει πίσω στην μονάδα του στην Χίο. Αποχαιρετίστηκαν κοιταζόμενοι μες στα δακρυσμένα τους μάτια , ενώ του έδενε στο λαιμό το κασκόλ που του είχε αγοράσει το προηγούμενο απόγευμα , το οποίο κάθε φορά που θα το φορούσε θα τον έκανε να αισθάνεται μία απερίγραπτη ζεστασιά και ασφάλεια , αφού ένιωθε σαν να τον είχε στην αγκαλιά της. Καθώς απομακρύνονταν την έβλεπε που τον κοίταζε με την λύπη ζωγραφισμένη στο γλυκό πανέμορφο προσωπάκι της...Ήταν μία εικόνα που δεν θα ξεχνούσε ποτέ όσα χρόνια και αν περνούσαν.. Θα του έλειπε πολύ και εκείνου μέχρι την επόμενη συνάντηση τους , αλλά τα δώρα της – ένα πουλόβερ, ένα πορτοφόλι και το κασκόλ – καθώς και οι αναμνήσεις από τις πανέμορφες στιγμές που έζησαν μαζί θα του κρατούσαν παρέα και θα ήταν σαν να την είχε στην αγκαλιά του.. Ήταν αναμφίβολα τα πιο ωραία Χριστούγεννα της ζωής του ως εργένης , γιατί από την στιγμή που θα παντρεύονταν , θα ήταν μαζί και θα την είχε στην αγκαλιά του όλα τα Χριστούγεννα θα ήταν υπέροχα. Καθώς έβγαιναν από το σπίτι της , άφησε χωρίς να τον δει κάτω από το μαξιλάρι της μία χριστουγεννιάτικη κάρτα με ευχές , κάτι που την συγκίνησε πολύ όταν την ανακάλυψε το μεσημέρι καθώς έπεσε να κοιμηθεί αποκαμωμένη από την δουλειά.
Επικοινωνούσαν καθημερινά και πολλές φορές την ημέρα αλλά ιδιαίτερη μαγεία είχε το πρωί.. Με το που ξυπνούσε πάντα την είχε στο μυαλό του και της έστελνε με μήνυμα ‘’Καλημέρα μωρό μου.. Μόλις ξύπνησα και σε σκέφτομαι.. Μου λείπεις.. Ήθελα να κοιμόμασταν και να ξυπνούσαμε αγκαλιά.. Να κοιτούσα και να θαύμαζα το αγουροξυπνημένο , γλυκό , πανέμορφο προσωπάκι σου.. Να σε αγκάλιαζα σφιχτά και να σου έδινα ένα τρυφερό φιλί.. Σε λατρεύω γλυκιά μου νεράιδα.. Καλή δουλίτσα αγάπη μου.. Να προσέχεις..’’

ΕΠΟΜΕΝΟ ΧΙΟΣ